Λίγο πριν φτάσει στον προορισμό της, η Πέπα γνωρίζει τον Τριστάν, έναν ελκυστικό στρατιώτη, που επιστρέφει στην Παλιά Γέφυρα από τον πόλεμο. Ο Τριστάν ερωτεύεται την όμορφη κοπέλα. Αν και η έλξη μεταξύ τους είναι προφανής, η Πέπα αρχικά τον αποφεύγει, λόγω της περηφάνιας της αλλά και της απέχθειας που νιώθει για τους άντρες. Όταν η Πέπα φτάνει στο σπίτι των Μοντενέγρο, μία πολύ δυνατή συμπάθεια δημιουργείται ανάμεσα σε κείνη και τον Μαρτίν, τον μικρό γιο της Ανγκούστιας. Σύντομα, όμως, ανακαλύπτει ότι πατέρας του παιδιού δεν είναι άλλος από τον Τριστάν, ο οποίος περιμένει τη γέννηση του δεύτερου του παιδιού και είναι γιος της Φρανσίσκα Μοντενέγρο. Η Πέπα δε θέλει να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος και να ερωτευτεί για μία ακόμα φορά το αφεντικό της, κι έτσι αποφασίζει να εγκαταλείψει το χωριό.
Καθώς όμως ετοιμάζει τα πράγματά της, βλέπει τον μικρό Μαρτίν να κολυμπά στο ποτάμι και παρατηρεί ότι έχει το ίδιο σημάδι με το παιδί που της είχε αρπάξει ο πρώην εργοδότης της. Η Πέπα, βέβαιη ότι ο Μαρτίν είναι ο χαμένος της γιος, αποφασίζει να αγωνιστεί για να τον ξανακερδίσει, κι έτσι παίρνει την απόφαση να μείνει στην Παλιά Γέφυρα. Ο Τριστάν αρρωσταίνει και η Φρανσίσκα ζητά από την Πέπα να τον φροντίσει. Οι ερωτικές εξομολογήσεις του Τριστάν αγγίζουν μία ευαίσθητη χορδή στην καρδιά της Πέπα, η οποία τον ερωτεύεται παράφορα. Ο έρωτάς τους, όμως, προκαλεί το βαθύ μίσος της μητέρας του Τριστάν, της Φρανσίσκα.