Η φωτιά που ξεκίνησε στο χώρο της λιτανείας προκαλεί τον πανικό στους χωριανούς που προσπαθούν να την σβήσουν. Ο Χατζηνέαρχος και ο Καράγιωρκης κατηγορούν τον τρελό του χωριού, τον Χαχολλή ως υπαίτιο της πυρκαγιάς απαιτώντας τον διωγμό του από το χωριό. Τα παιδιά, όμως θα πάρουν το μέρος του. Παράλληλα η Ερατώ, η μητέρα του Πετρή, λέει στην Φλουρεντζού πως ο γιος της εξαφανίστηκε από το σπίτι παρά το ότι ήταν άρρωστος. Η Φλουρεντζού ειδοποιεί τους συγχωριανούς που προσπαθούν όλοι μαζί να βρουν το χαμένο Πετρή. Η Πολύμνια τσακώνεται με τον Καράγιωρκη με αφορμή την αργοπορημένη του άφιξη στην λιτανεία κατηγορώντας τον ότι την απατά. Ο Κωνσταντάς λέει στους χωριανούς πως πρέπει να επισπεύσουν την κατασκευή του φράκτη, έτσι ώστε σε περίπτωση βροχής να μαζέψουν νερό. Τα σχέδια τους όμως φαίνονται να εμποδίζονται από την άρνηση της Γαλατούς να δώσει τα χωράφια της που βρίσκονται στην περιοχή που πρέπει να κατασκευαστεί ο φράκτης. Ενώ στο αρχοντικό του Ττόουλου και της Γαλατούς περιμένουν τους προύχοντες του χωριού για γεύμα, φτάνει πρώτα ο δόκιμος μοναχός Θεόκλητος, φέρνοντας ένα δώρο από τον Ηγούμενο Ευδόκιμο. Εκεί συναντά την νεαρή υπηρέτρια Ουρανία. Ο Μεττής φτάνει στο χωριό του ανυπομονώντας να συναντήσει τη γυναίκα του. Όσα όμως θα ακολουθήσουν θα αλλάξουν για πάντα τη ζωή του.